μῦθος

μῦθος
μῦθος, ου, ὁ (Hom. et al.; ins; Sir 20:19; TestJud 23:1 v.l.) prim. ‘speech, conversation,’ also of ‘narrative’ or ‘story’ without distinction of fact or fiction, then of fictional narrative (as opposed to λόγος, the truth of history) such as tale, story, legend, myth (so Pind., Hdt. et al.; Pla., Tim. 26e μὴ πλασθέντα μῦθον, ἀλλʼ ἀληθινὸν λόγον ‘not some contrived tale, but a true account’, Phd. 61b; Epict. 3, 24, 18; SIG 382, 7; Philo, Congr. Erud. Grat. 61 al.; Joseph.; apolog. exc. Mel.) w. πλάνη 2 Cl 13:3. Pl. (cp. Diod S 1, 93, 3; 2, 46, 6; 23, 13 [all three μῦθοι πεπλασμένοι]; Philo, Exsecr. 162 τοὺς ἄπλαστον ἀλήθειαν ἀντὶ πεπλασμένων μύθων μεταδιώκοντας; Jos., C. Ap. 2, 256) σεσοφισμένοις μ. ἐξακολουθεῖν follow cleverly devised tales 2 Pt 1:16 (Jos., Ant. 1, 22 τ. μύθοις ἐξακολουθεῖν; cp the contrast between the πράξεις ἐναργεῖς [‘manifest performance’] of Isis in Egypt and the inferior Hellenic μυθολογία Diod. Sic. 1, 25, 4; New Docs 4, 80; on Gr-Rom. historians’ concern for the truth of history as opposed to mythography s. Spicq 2, 532–33). Of erroneous instruction Ἰουδαϊκοὶ μ. Tit 1:14. βέβηλοι καὶ γραώδεις μ. frivolous old wives’ tales 1 Ti 4:7 (cp. Lucian, Philops. 9 γραῶν μῦθοι; Ael. Aristid. 45 p. 133 D. As early as Pla., Gorg. 527a μ. ὥσπερ γραός; Ps-Xenophon, Ep. 7). W. γενεαλογίαι (q.v.) 1:4. ἐπὶ τοὺς μ. ἐκτρέπεσθαι turn to legends 2 Ti 4:4.—EHoffmann, Qua ratione ἔπος, μῦθος, αἶνος λόγος … adhibita sint, diss. Gött. 1922; LMueller, Wort u. Begriff Mythos im kl. Griech., diss. Hamburg, ’54; KGoldammer, ZNW 48, ’57, 93–100; CBarrett, ET 68, ’57, 345–48; 359–62.—DELG. M-M. EDNT. TRE XXIII 597–661. TW. Spicq. Sv.

Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μῦθος — word masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μύθος — Παραδοσιακή αφήγηση ενός λαού, στην οποία αποδίδονται ιδιαίτερες αξίες ιερού χαρακτήρα. Ο όρος, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για τις φανταστικές διηγήσεις, υποδηλώνει μέχρι σήμερα την πιθανότητα και την αντικειμενική αναξιοπιστία… …   Dictionary of Greek

  • μύθος — ο 1. πλαστή, φανταστική διήγηση, παραμύθι: Μου διηγήθηκε ένα μύθο. 2. παράδοση που αναφέρεται σε θεούς ή ήρωες: Οι μύθοι των Ατρειδών. 3. αλληγορική διήγηση που αναφέρεται στα ζώα ή τα φυτά: Οι μύθοι του Αισώπου. 4. υπόθεση λογοτεχνικού έργου… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μῦθε — μῦθος word masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μῦθοι — μῦθος word masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μῦθον — μῦθος word masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Αργοναύτες — Μυθικοί ήρωες που πήραν μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, ένα από τα περιφημότερα γεγονότα που αναφέρει η ελληνική μυθολογία και το οποίο τραγούδησε η ελληνική ποίηση από τον Όμηρο έως τον Απολλώνιο τον Ρόδιο. Σκοπός της εκστρατείας ήταν να… …   Dictionary of Greek

  • Διόνυσος — I Ο νεότερος αλλά και πιο δημοφιλής από τους θεούς του Ολύμπου. Η θεϊκή του υπόσταση έλαβε δύο αντίθετες εκφράσεις: την εύθυμη και πολυθόρυβη χαρά που επικρατούσε στις γιορτές του και τη μανία της καταστροφής. Γι’ αυτό και η λατρεία του… …   Dictionary of Greek

  • ηπιόμυθος — ἠπιόμυθος, ον (Α) αυτός που μιλάει ήπια. [ΕΤΥΜΟΛ. < ήπιος + μύθος (< μύθος), πρβλ. γλυκύ μυθος, εύ μυθος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”